Γράφει ο Επαμεινώνδας Παπαδέας
Με τις διατάξεις των άρθρων 32 και 33 του Ν4745/2020 η ελληνική έννομη τάξη εναρμονίζεται (επιτέλους) όσον αφορά τα ανωτέρω αδικήματα με την απαγόρευση παράβασης της αρχής «ne bis in idem» που προβλέπεται απο τα άρθρα 6 παρ 2 της ΕΣΔΑ, 48 και 50 του χάρτη θεμελιωδών δικαιωμάτων της Ε.Ε. και έχει παγιωθεί με σειρά αποφάσεων του Ε.Δ.Δ.Α.
‘Εως τη ψήφιση των ανωτέρω διατάξεων η ποινική δίωξη για τα φορολογικά αδικήματα που προβλέποντο στο άρθρο 66 του Ν 4174/2013 (όπως πχ αδικήματα έκδοσης αποδοχής εικονικών φορολογικών στοιχείων, ΦΠΑ κλπ) ασκείτο, κατόπιν μηνυτήριας αναφοράς της αρμόδιας φορολογικής αρχής αμέσως μετά την έκδοση της εκτελεστής πράξης της φορολογικής αρχής και «έτρεχε» ανεξάρτητα απο την ασκηθείσα ή μη προσφυγή ή παραλλήλως με αυτήν. Το ποινικό δικαστήριο είχε απλώς δυνατότητα αναβολής της δίκης έως την έκδοση απόφασης του διοικητικού δικαστηρίου, πράγμα που σπάνια γινόταν. Η παραγραφή δε, των αδικημάτων αυτών, άρχιζε από την με οποιοδήποτε τρόπο οριστικοποίηση της φορολογικής εγγραφής.
Με τις νέες διατάξεις προβλέπεται η υποχρεωτική αναβολή της ποινικής δίωξης ή αναστολή της ποινικής διαδικασίας, έως την οριστικοποίηση της φορολογικής εγγραφής που επέρχεται είτε με τη μη άσκηση εμπροθέσμου προσφυγής είτε με την τελεσίδικη απόρριψη τυχόν ασκηθείσας.
Η αρμόδια φορολογική αρχή υποχρεούται αμέσως μετά την έκδοση της εκτελεστικής πράξης που συνιστά ταυτοχρόνως και ποινικά κολάσιμη πράξη να ενημερώσει τον αρμόδιο εισαγγελέα, στον οποίο αποστέλλει και αντίγραφο της πράξης. Ο εισαγγελέας υποχρεούται με πράξη του να διατάξει την αναβολή της ποινικής διαδικασίας έως την οριστικοποίηση της φορολογικής εγγραφής. Εάν έχει ήδη ασκηθεί ποινική δίωξη, αναστέλλεται η ποινική διαδικασία με απόφαση του ανακριτή ή με απόφαση του δικαστηρίου ή του δικαστικού συμβουλίου.
Σημαντική διαφοροποίηση επέρχεται ως προς την έναρξη και την επέλευση της παραγραφής των αδικημάτων αυτών. Με το προηγούμενο νομοθετικό καθεστώς, ο χρόνος παραγραφής του αδικήματος άρχιζε απο την οριστικοποίηση της φορολογικής εγγραφής και ως προς τη συμπλήρωση της εφαρμόζοντο οι διατάξεις του Π.Κ. Με τις νέες διατάξεις η παραγραφή αρχίζει κατά τις κοινές διατάξεις του ΠΚ, δηλαδή, απο το χρόνο τελέσεως της πράξης. Η έκδοση, όμως, της εκτελεστής πράξης αναστέλλει τη προθεσμία της παραγραφής. Η αναστολή αυτή διαρκεί έως την οριστικοποίηση της φορολογικής εγγραφής και κατά συνέπεια ο χρόνος της παραγραφής αρχίζει και τρέχει και πάλι απο το σημείο αυτο. Περαιτέρω, σύμφωνα με την παρ. 4 του Ν 4745/2020 εισάγεται εξαίρεση απο το άρθρο 113 παρ 2ΠΚ και προβλέπεται απεριόριστη διάρκεια της ανστολής της παραγραφής.
Σημαντικές ερμηνευτικές δυσκολίες θα ανακύψουν και θα κληθούν τα δικαστήρια να απαντήσουν σχετικά με το χρόνο παραγραφής των αδικημάτων που τελέστηκαν, μετά την κατάργηση με το άρθρο 92 της προηγούμενης διάταξης που όριζε ότι η παραγραφή των εν λόγω αδικημάτων άρχιζε από την οριστικοποίηση της φορολογικής εγγραφής. Βέβαια, περιελήφθη μεταβατική διάταξη, δια της οποία οι νέες διατάξεις του άρθρου 32 εφαρμόζονται στα αδικήματα που τελούνται μετά τη δημοσίευση του νόμου Ν 4745/2020 πλην, όμως, το ζητούμενο είναι αν τελικώς τα δικαστήρια θα εφαρμόσουν ή όχι τις ειδικότερες αυτές διατάξεις, ή θα εφαρμόσουν την ανά περίπτωση ευνοϊκότερη για τον κατηγορούμενο διάταξη.
Τέλος, δια του άρθου 33 προβλέπεται οτι εφόσον ρυθμισθούν οφειλόμενες ασφαλιστικές εισφορές και καταβάλλονται τρέχουσες:
α) χορηγείται στον οφειλέτη μηνιαίο πιστοποιητικό οφειλής, που επέχει θέση ασφαλιστικής ενημερότητας.
β) αναστέλλεται απεριορίστως η ποινική δίωξη σε βάρος των υπευθύνων (χωρίς τον περιορισμό του άρθρου 113ΠΚ) και αναστέλλεται η διακόπτεται η εκτέλεση της ποινής
γ) αναστέλλεται κάθε διαδικασία αναγκαστικής εκτέλεσης και
δ)αναστέλλεται ο χρόνος παραγραφής της οφειλής.