Τα τελευταία χρόνια έχουν γίνει ουσιώδεις παρεμβάσεις στη διαδικασία επίλυσης φορολογικών διαφορών (Ν. 3900/2010, 4173/2013 κλπ.), με αποτέλεσμα να έχουν επέλθει σοβαρές ανατροπές σε όσα ίσχυαν επί πολλές δεκαετίες. Δεχόμεθα λοιπόν καθημερινά ερωτήματα από πελάτες μας σχετικά με τη δυνατότητα και τη διαδικασία προσφυγής σε περίπτωση έκδοσης καταλογιστικής πράξης ή απόφασης από τη φορολογική αρχή σε βάρος του φορολογουμένου.
1. Υπό το ισχύον καθεστώς, εάν ο φορολογούμενος προτίθεται να αμφισβητήσει οποιαδήποτε σε βάρος του (φορολογική) καταλογιστική πράξη, υποχρεωτικά πρέπει να προβεί, κατ’ αρχήν, σε υποβολή ενδικοφανούς προσφυγής. Η ενδικοφανής προσφυγή υποβάλλεται στη Δ.Ο.Υ. που εξέδωσε την καταλογιστική πράξη, εντός προθεσμίας 30 ημερών από την επίδοση της τελευταίας. Αρμόδια να εξετάσει την ενδικοφανή προσφυγή είναι η Διεύθυνση Επίλυσης Φορολογικών Διαφορών και οφείλει να πράξει τούτο εντός εξήντα (60) ημερών από την ημερομηνία καταθέσεώς της. Αν περιέλθει αυτό το χρονικό διάστημα, χωρίς η επιτροπή να εκδώσει απόφαση, θεωρείται ότι η προσφυγή έχει απορριφθεί σιωπηρώς (προφανώς χωρίς κανείς να ασχοληθεί σοβαρά). Να σημειωθεί ότι η δυνατότητα συμβιβασμού με τη φορολογική αρχή που είχε ως αποτέλεσμα τον περιορισμό των πρόσθετων φόρων, έχει καταργηθεί.
2. Εάν η ενδικοφανής προσφυγή του φορολογουμένου απορριφθεί από τη Διεύθυνση Επίλυσης Διαφορών ή αν παρέλθει η προθεσμία των εξήντα ημερών, χωρίς η τελευταία να απαντήσει, ο φορολογούμενος έχει δικαίωμα να προσφύγει στα Διοικητικά Δικαστήρια. Για τις διαφορές με αντικείμενο άνω των 150.000,00 ευρώ αρμόδιο σε πρώτο και τελευταίο βαθμό είναι το Διοικητικό Εφετείο, ενώ για τις διαφορές με μικρότερο αντικείμενο, αρμόδιο δικαστήριο είναι το Διοικητικό Πρωτοδικείο. Η άσκηση προσφυγής συνοδεύεται από παράβολο ανερχόμενο στο 2% επί του αντικειμένου της διαφοράς. Εάν το παράβολο όμως υπερβαίνει το ποσό των 3.000,00 ευρώ, τότε ποσό παραβόλου 1.000,00 ευρώ καταβάλλεται με την κατάθεση της προσφυγής και το υπόλοιπο ποσό των 2.000,00 ευρώ καταβάλλεται κατά την εκδίκασή της. Το υπόλοιπο ποσό παραβόλου καταλογίζεται με τη δικαστική απόφαση (εάν είναι απορριπτική). Ο υπολογισμός και η είσπραξη του παραβόλου πραγματοποιείται από την αρμόδια Δ.Ο.Υ.
3. Παρά την άσκηση ενδικοφανούς προσφυγής ή αργότερα προσφυγής ενώπιον των Διοικητικών Δικαστηρίων, το καταλογισθέν ποσό σε βάρος του φορολογουμένου βεβαιώνεται στο σύνολό του, οπότε αρχίζουν να τρέχουν και οι νόμιμες προσαυξήσεις. Εκ του βεβαιωθέντος συνολικού ποσού, ο φορολογούμενος υποχρεούται να καταβάλει το 50% αυτού, εκτός αν επιτύχει αναστολή εκτελέσεως (και του υπολοίπου 50%). Το σχετικό αίτημα, δε, το οποίο μπορεί να σωρεύσει στην ενδικοφανή προσφυγή ή αργότερα να το εισάγει δι’αυτοτελούς αιτήσεως αναστολής ενώπιον του Διοικητικού Δικαστηρίου.